Απομακρύνω το βλέμμα μου από τους άλλους, κατεβάζω το κεφάλι, νιώθω να μικραίνω. Θέλω να κρυφτώ.
Ντρέπομαι.
Η ντροπή είναι ένα σφαιρικό συναίσθημα, γιατί με καταλαμβάνει ολόκληρο και αποτελεί πάντα μια δυσάρεστη και επώδυνη εμπειρία καθώς έχω την εικόνα του εαυτού μου διάφανο και “γυμνό” μπροστά στα “εξονυχιστικά μάτια των άλλων”.
Νιώθω αποπροσανατολισμένος και σε σύγχυση γιατί “μπαίνω στο κέντρο της σκηνής”, εκτεθειμένος στην κριτική και τον εμπαιγμό.
“Ο άλλος” όταν ντρεπόμαστε είναι κάποιος που βλέπει μέσα μας, που κρίνει και κατακρίνει, και αυτό έχει ως αποτέλεσμα, οι κοινωνικές συναναστροφές μας να βιώνονται με άγχος και να θεωρούνται απειλητικές για την εικόνα του εαυτού.
Θεωρούνται απειλητικές γιατί υπονομεύεται η αίσθηση της επάρκειας των ικανοτήτων μας και κάποιες φορές η αξία μας ως άτομα.
Ποιες είναι όμως οι βαθύτερες σκέψεις του ατόμου που ντρέπεται και ποια είναι η σχέση του με τον εαυτό του?
Η ντροπή έχει ονομαστεί και “συναίσθημα της αυτοσυνείδησης” καθότι είναι βασικά αποτέλεσμα του εσωτερικού μας διαλόγου και της σχέσης που έχουμε αναπτύξει με τον εαυτό από την μία πλευρά και της επιθυμίας μας να εξασφαλίσουμε μία καλή εικόνα στους άλλους από την άλλη.
Παρουσιάζεται την στιγμή κατά την οποία αξιολογώ τον εαυτό μου και τον βρίσκω ανεπαρκή, ανίκανο, κακό ή ελαττωματικό.
Συνδέεται με την βαθιά πεποίθηση ότι δεν θα γίνω αποδεκτός ή αγαπητός από τους άλλους εξαιτίας μειονεκτημάτων και ανεπαρκειών.
Το άτομο που κατακλύζεται από αυτό το συναίσθημα θεωρεί ότι υστερεί σημαντικά έναντι των συνανθρώπων του σε ικανότητες, δεξιότητες και προτερήματα.
Παράλληλα υπερεκτιμά την σημασία και σπουδαιότητα της κοινωνικής αναγνώρισης και έχει υπερβολική ανάγκη της αποδοχής των άλλων.