Το τέλος ενός γάμου, ή μίας σημαντικής σχέσης, συνιστά μία από τις πλέον δύσκολες και συναισθηματικά επώδυνες ανθρώπινες εμπειρίες.
Οι έντονες συναισθηματικές μεταπτώσεις και οι εσωτερικές συγκρούσεις είναι καταστάσεις φυσιολογικές όταν βιώνουμε την εμπειρία του χωρισμού ή ενός διαζυγίου, ειδικά στην περίπτωση κατά την οποία η απόφαση του χωρισμού είναι επιλογή του άλλου ατόμου και όχι η δική μας. Ο θυμός, οι ενοχές, η ματαίωση και η απόρριψη, η λύτρωση και η θλίψη, ο φόβος και η σύγχιση, είναι τα κυρίαρχα συναισθήματα που παρουσιάζονται με μικρότερη ή μεγαλύτερη ένταση στον άνθρωπο που πενθεί το τέλος μίας σχέσης.
Η αποδοχή του χωρισμού και της απομάκρυνσης από τον “σημαντικό άλλο” είναι διαδικασία που απαιτεί χρόνο, 6 μήνες τουλάχιστον. Για να ολοκληρωθεί είναι απαραίτητο το άτομο να αναγνωρίσει και να βιώσει τα επώδυνα συναισθήματα που την συνοδεύουν. Γενικά, η διαδικασία μέσω της οποίας επεξεργαζόμαστε τα συναισθήματα αυτά γίνεται σταδιακά. Η διάρκεια και η ένταση του κάθε σταδίου διαφέρει σημαντικά από άτομο σε άτομο.
Πρόκειται για “διαδικασία πένθους”, καθώς τα συναισθηματικά στάδια τα οποία διαβαίνουν οι άνθρωποι, είναι παρόμοια με εκείνα που βιώνουμε όταν πενθούμε ένα αγαπημένο πρόσωπο, που δεν βρίσκεται πλέον στην ζωή. Στην ψυχολογία ο όρος “διαδικασία πένθους” χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία σειρά από ιδιαίτερα έντονες συγκινησιακές και νοητικές καταστάσεις, που είναι αποτέλεσμα ενός ξαφνικού ή απρόσμενου γεγονότος, το οποίο επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό, και ενίοτε αλλοιώνει, τη φυσιολογική ροή στη ζωή ενός ανθρώπου.
Στην πραγματικότητα, υπάρχουν σοβαρές διαφοροποιήσεις, από άτομο σε άτομο, αναφορικά με τα συναισθηματικά στάδια. Η μετάβαση από ένα στάδιο σε ένα άλλο έχει να κάνει και με στοιχεία όπως η προσωπικότητα του καθενός, ο βαθμός επένδυσης στη σχέση, η συναισθηματική ωριμότητα και ευελιξία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα άτομα εγκλωβίζονται στο θυμό και στην πικρία η οποία καλλιεργείται και ενισχύεται από σκέψεις “εκδίκησης”. Άλλες φορές κυριαρχούν η κατάθλιψη και οι ενοχές.
Εδώ όμως χρειάζεται να κάνουμε μια επισήμανση: Το τέλος μίας σχέσης αποτελεί δυσάρεστη και επώδυνη εμπειρία και για τους δύο συντρόφους, εκείνος όμως που “μένει πίσω” υποφέρει συνήθως περισσότερο. Από τους δύο πρώην συντρόφους, εκείνος που επιθυμεί την διατήρηση της σχέσης καλείται να αντιμετωπίσει συναισθήματα απόρριψης και εγκατάλειψης και είναι ο πλέον ευάλωτος να παρουσιάσει συμπτώματα κατάθλιψης, έντονου άγχους και ψυχοσωματικές αντιδράσεις.
1. Άρνηση και “τεχνητή αδιαφορία”
Στην αρχή του χωρισμού η άρνηση παίζει πρωταρχικό ρόλο
Το άτομο που “εγκαταλείπεται” αρνείται να πιστέψει ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβαίνει και προσπαθεί να παρηγορηθεί με την ελπίδα της επανασύνδεσης ακόμα και όταν τέτοιες ενδείξεις δεν είναι ορατές. Πράγματι, στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων, ο χωρισμός δεν αποτελεί κοινή απόφαση. Συνήθως ο ένας από τους δύο συντρόφους αποφασίζει να προχωρήσει στη λύση του γάμου ή της σχέσης. ενώ ο άλλος αντιστέκεται σθεναρά σε αυτό και ενίοτε προσπαθεί να μεταπείσει.
Όταν η αντίσταση στον χωρισμό και η άρνηση είναι ιδιαίτερα έντονες, ο ένας από τους δύο μπορεί να βρίσκεται σε κατάσταση προσωρινής σύγχυσης ή να συμπεριφέρεται με τεχνητή “αδιαφορία”. Πρόκειται για περιπτώσεις ανθρώπων που δείχνουν εντελώς αποστασιοποιημένοι από το γεγονός, καθώς δηλώνουν έτοιμοι να αλλάξουν σελίδα και επιδίδονται σε παρορμητικές συμπεριφορές, όπως περιστασιακές σχέσεις, ξενύχτια κ.λπ. Αυτή η αντίδραση όμως, σε αντίθεση με εκείνο που δείχνεται εξωτερικά, στην πραγματικότητα κρύβει μια ψυχική αποδιοργάνωση και μπορεί να οδηγήσει λίγο αργότερα στην κατάρρευση.
2. Άγχος και φόβος για το άγνωστο μέλλον
Καθώς οι μέρες περνούν και δεν υπάρχουν σημάδια επανασύνδεσης, πολλοί άνθρωποι αναφέρουν παρουσία έντονου άγχους και σύγχυσης, καθότι καλούνται να αντιμετωπίσουν μία σειρά από αλλαγές στην καθημερινότητά τους και στον προγραμματισμό της ζωής τους. Ειδικά στις περιπτώσεις διαζυγίου, στη μακροχρόνια συμβίωση, οι αλλαγές είναι πολλές και απαιτούν από τα άτομα προσαρμογή σε νέες καταστάσεις, μέχρι πρότινος άγνωστες.
Για κάποιους, ο χωρισμός κινητοποιεί φόβους σχετικά με ένα “άγνωστο μέλλον”, ή με το ότι θα απομείνει “μόνος στην ζωή”.
Πράγματι, μια σημαντική συναισθηματική σχέση αποτελεί σημείο αναφοράς για όλους μας και προσδίδει σιγουριά και ασφάλεια στη ζωή, με αποτέλεσμα, όταν αυτή δεν υπάρχει πια, να νιώθουμε ότι “κομματιάζεται ο κόσμος όλος” και να βιώνουμε έντονη σύγχυση και απουσία προσανατολισμού (δεν ξέρουμε προς τα πού να πάμε).
3. Ενοχή και θλίψη
Χαρακτηριστικό γνώρισμα της διαδικασίας πένθους από έναν χωρισμό είναι η έντονη παρουσία της θλίψης και των ενοχικών σκέψεων. Σε αυτήν τη φάση, ο πιο ευάλωτος συναισθηματικά μπορεί να διακατέχεται από σκέψεις ενοχής όπως “εγώ φταίω διότι έκανα αυτό το λάθος” ή “αν είχα προσπαθήσει περισσότερο”, ακόμα και αν ετούτο στην πραγματικότητα μπορεί να μην ισχύει.
Η ενοχή καλλιεργείται και από συμπεριφορές του ατόμου που πήρε την πρωτοβουλία να εγκαταλείψει τη σχέση και που, προκειμένου να καθησυχάσει τα δικά του-της ενοχικά συναισθήματα, ρίχνει όλη την ευθύνη του χωρισμού στον άλλο.
Αυτή η στάση όμως είναι μακριά από την πραγματικότητα, καθόσον η ευθύνη για τη σχέση δεν βαραίνει μόνο το ένα μέλος, αλλά και τους δύο, αν και πολλές φορές αυτό δεν αναγνωρίζεται. Αυτός που έχει “αναλάβει” την ευθύνη της αποτυχίας του δεσμού είναι ευάλωτος στην κατάθλιψη διότι κινητοποιούνται σκέψεις ανικανότητας, προσωπικής αποτυχίας και αναξιότητας να αγαπηθεί ξανά.
Άλλες φορές, αυτή η στάση κρύβει την παγίδα της “Παντοδυναμίας”: “εάν για όλα φταίω εγώ, σημαίνει ότι αν αλλάξω στάση ο άλλος θα το αναγνωρίσει και θα με αγαπήσει ξανά”, πράγμα που σπάνια συμβαίνει.
4. Θυμός
Ο θυμός και η οργή είναι από τα συναισθήματα που συναντιούνται πάντα όταν δύο άνθρωποι χωρίζουν.
O σύντροφος που νιώθει εγκαταλελειμμένος και που ίσως ενοχοποιήθηκε περισσότερο από τους δύο για το τέλος της σχέσης, καθώς περνάει ο καιρός είναι σύνηθες να εκδηλώνει συναισθήματα θυμού και να καλλιεργεί σκέψεις “εκδίκησης” και επιθετικότητας.
Αυτό που είναι σημαντικό όμως να κατανοήσει, είναι το γεγονός ότι ο θυμός αποτελεί το τελευταίο στάδιο για την οριστική αποδοχή και την λύτρωση από τον πόνο του χωρισμού. Είναι απαραίτητο να θυμώσουμε με τον άλλο, διότι αυτό θα μας επιτρέψει να πάρουμε σταδιακά τις αποστάσεις μας και να προχωρήσουμε.
5.Η φάση της αποδοχής
Η φάση αυτή συνιστά και το τέλος της διαδικασίας του πένθους. Εκφράζεται όταν είμαστε πλέον σε θέση να δηλώσουμε ότι “μπορούμε να πάμε παρακάτω”, να προχωρήσουμε με νέα σχέδια ζωής και, ενδεχομένως, να είμαστε έτοιμοι για μία νέα σχέση. Σε τούτη τη φάση, το άτομο είναι σε θέση να προσδώσει ένα νόημα σε ό,τι συνέβη, να αναγνωρίσει τα θετικά και τα αρνητικά της σχέσης που έληξε, χωρίς εξιδανίκευση του άλλου, αλλά και δίχως έντονο θυμό ή ενοχή.
Πολλοί άνθρωποι βγαίνουν από έναν επώδυνο χωρισμό με ανανεωμένη αυτοπεποίθηση και μεγαλύτερη συνείδηση των ικανοτήτων τους, διότι αναγνωρίζουν ότι κατάφεραν να ξεπεράσουν κάτι που του φόβιζε πολύ και που, πριν λίγο καιρό, φαινόταν ακατόρθωτο.
Δεν είναι πάντα απαραίτητο να αναζητήσουμε βοήθεια από ειδικό για να ξεπεράσουμε έναν χωρισμό και να προχωρήσουμε στην ζωή μας.
Ένας χωρισμός αποτελεί μία κοινή ανθρώπινη εμπειρία και η εξωτερίκευση των συναισθημάτων και των σκέψεών μου με τα προσφιλή άτομα που έχουν περάσει αντίστοιχη εμπειρία, η κατανόηση και το μοίρασμα είναι κάτι που μπορεί να προσφέρει ανακούφιση σε πολλές περιπτώσεις. Τα συναισθήματα χάνουν σταδιακά την έντασή τους και το άτομο επανέρχεται σταδιακά στην καθημερινότητα της ζωής με νέο νόημα και νέους στόχους.
Είναι αναγκαίο όμως να αναζητήσω την βοήθεια ειδικού στις περιπτώσεις όπου: